- Αναξιμένης
- I
(Μίλητος 585/4 – 528/7 π.Χ.). Φιλόσοφος, συμμαθητής και διάδοχος του Αναξίμανδρου στην εκπροσώπηση της σχολής της Μιλήτου. Αυτά που αναφέρονται για τη διδασκαλία του από την αρχαία δοξογραφία πρέπει να προέρχονται από ειδική πραγματεία του Θεόφραστου. Ως αρχή του υλικού κόσμου και της κίνησής του, ο Α. θέτει τον αέρα. Με την αρχή αυτή αναζητείται η γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στο συγκεκριμένο υλικό στοιχείο που καθόριζε ο Θαλής ως αρχή, δηλαδή το νερό, και στο άπειρον του Αναξίμανδρου. Ο αέρας φαίνεται να συνδυάζει τον χαρακτήρα του συγκεκριμένου και της μεγαλύτερης δυνατής γενικότητας, προσεγγίζοντας την άπειρη κινητικότητα και πολυμορφία. Ο αέρας είναι στοιχείο που παρουσιάζεται ως πανταχού παρόν, χωρίς την προϋπόθεση ενός άλλου στηρίγματος, ενώ το νερό, αν δεν κρατιέται κάπου, πέφτει. Έτσι, η επιλογή του αέρα είναι εύστοχη, με τα μέτρα της επιστημονικής εμπειρίας της εποχής. Εξάλλου, ο Α. ερμηνεύει τα άλλα υλικά στοιχεία και όντα με βάση τις πραγματικές ιδιότητες του αέρα, τη συμπύκνωση και αραίωσή του. Έτσι, τα ειδικότερα όντα είναι αέρας σε διάφορες μορφές, όχι απόσπαση από αυτόν, όπως γινόταν με το άπειρον του Αναξίμανδρου. Γι’ αυτό o κόσμος έχει πλήρη ενότητα, όταν ερμηνεύεται από μία και μοναδική αιτία με πολυδιάστατη ενέργεια και ιδιότητες αντιθετικές μέσα στην ενότητα: η φωτιά είναι πολύ αραιωμένος αέρας, οι άνεμοι πολύ πυκνότεροι. Η μεγαλύτερη πύκνωσή του τον μεταμορφώνει σε νερό και παραπέρα σε ξηρά. Η κινητικότητα αυτή είναι άπειρη και αιώνια και έχει μηχανικό χαρακτήρα, με πρώτη αφετηρία την επενέργεια της θερμότητας και ψυχρότητας, που δεν νοούνται όμως έξω από το αρχικό στοιχείο, τον αέρα, αλλά ως γνωρίσματά του.Ο αέρας του Α. και ο κόσμος που προκύπτει από αυτόν είναι υπόσταση ζωντανή, κατά την υλοζωική άλλωστε αντίληψη της σχολής της Μιλήτου. Τα έμψυχα στηρίζονται στην αναπνοή, δηλαδή σε κίνηση του αέρα, που είναι και η ψυχή τους. Η ιδέα της ψυχής ως πνεύματος, δηλαδή πνοής του αέρα, είναι μια αρχέγονη ιδέα που βρίσκει φιλοσοφική έκφραση στη διδασκαλία του Α. Στην ενιαία αυτή ερμηνεία εντάσσεται και ο άνθρωπος, που στην αντίληψη του Α. –και γενικότερα της σχολής της Μιλήτου– είναι μέρος του φυσικού κόσμου, του ενός και μοναδικού, και όχι κέντρο ή σκοπός του. Η αρχή όμως του κόσμου αυτού, όσο και αν είναι υλική, δεν είναι αισθητή –όπως άλλωστε και το νερό τουΘαλή και το άπειρον τουΑναξίμανδρου– στην πρωτογενήμορφή της, αλλά μόνο νοητή. Αισθητά είναι μόνο τα δευτερογενή επιφαινόμενα, όπως η θερμότητα, η υγρασία, η κίνηση κλπ. Αισθητό και υλικό δεν ταυτίζονται λοιπόν στην ουσία τους, όπως θα γίνει αργότερα στην πλατωνική διδασκαλία, ούτε η γενική υλική αρχή είναι αφηρημένη έννοια, προϊόν λογικής αφαίρεσης από αισθητικές εμπειρίες, όπως θα ορίσει η αριστοτελική λογική. Οι εννοιολογικές αυτές σχέσεις, που πηγάζουν από τη διδασκαλία του Α., ανακεφαλαιωτικές και αντιπροσωπευτικές της σχολής της Μιλήτου, αποτελούν γόνιμη προσφορά στον φιλοσοφικό στοχασμό, με απήχηση έως τις μέρες μας, με τις επιστημονικές του κατακτήσεις, που οδήγησαν στην αποταύτιση γενικού και αφηρημένου, ξεπερνώντας στο σημείο αυτό τους αριστοτελικούς ορισμούς: το ηλεκτρόνιο π.χ. είναι γενικότερη, όχι όμως και τελείως αφηρημένη, έννοια ύλης.Ο αέρας όμως του Α., που αποβλέπει στη σύνθεση της πολύ ειδικής αρχής του Θαλή και της πολύ γενικής του Αναξίμανδρου, δεν έχει ούτε επαρκείς ειδικές ιδιότητες, όπως το νερό, ούτε τον ποιοτικό χαρακτήρα του άπειρου· έχει άπειρη ποσότητα κινητική. Πολύ στενά μηχανική, δεν έδινε στερεή ερμηνεία στην ποιοτική πολλαπλότητα των όντων. Ο υλοζωισμός φτάνει με τον Α. στα όριά του, μάλλον με το να συγχέει ακόμα, παρά με το να συνθέτει μηχανική και ζωική-δυναμιστική άποψη. Μαζί του κλείνει η ιστορία της σχολής της Μιλήτου, καθώς ακολουθεί και η περσική κατάκτηση, αφού όμως έχει ανοιχτεί o δρόμος του φιλοσοφικού και επιστημονικού κριτηρίου και έχουν τεθεί και δουλευτεί μερικά από τα πιο βασικά φιλοσοφικά προβλήματα.II
Στη Μίλητο αναπτύχθηκε κατά τον 6ο αι. π.Χ. μια έντονη φιλοσοφική κίνηση, με λαμπρότερους εκπροσώπους της τον Αναξίμανδρο και τον Αναξιμένη. Μετά τον θάνατο του δεύτερου παρήκμασε η σχολή της Μιλήτου, ενώ το εικονιζόμενο ιερό του Απόλλωνα καταστράφηκε από τους Πέρσες.
(4ος αι. π.Χ.). Μαθητής του Διογένη από τη Λάμψακο, ένας από τους παιδαγωγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που τον ακολούθησε στην εκστρατεία του. Όταν o Αλέξανδρος κατέλαβε τη Λάμψακο, που είχε συμμαχήσει με τον Δαρείο, είπε στον Α.: «Σου ορκίζομαι πως δεν θα σου παραχωρήσω τη χάρη που πρόκειται να μου ζητήσεις». Τότε ο φιλόσοφος τον ικέτευσε να καταστρέψει τη Λάμψακο και να εξανδραποδίσει τους κατοίκους της. Ο Αλέξανδρος, δεσμευμένος από τον λόγο του, δεν πείραξε την πόλη. Από την Ιστορία του Αλεξάνδρου του Α. σώζονται μόνο αποσπάσματα.Στη Μίλητο αναπτύχθηκε κατά τον 6ο αι. π.Χ. μια έντονη φιλοσοφική κίνηση, με λαμπρότερους εκπροσώπους της τον Αναξίμανδρο και τον Αναξιμένη. Μετά τον θάνατο του δεύτερου παρήκμασε η σχολή της Μιλήτου, ενώ το εικονιζόμενο ιερό του Απόλλωνα καταστράφηκε από τους Πέρσες.
Dictionary of Greek. 2013.